Μη με ρωτάς,δε θα σου πω.
Μη με κοιτάς,μονάχα ψέματα θα αφήσω να βγουν από τα χείλη μου.
Μη με πλησιάζεις,δε θα ανταποδώσω το άγγιγμα.
Ακούς;
Κουράστηκα. Με ακούς;
Οι πληγές μου δεν έπαψαν ποτέ ουσιαστικά να αιμορραγούν,θα έπρεπε μονάχα να ευχαριστήσω τα ρούχα που τις καλύπτουν. Και τα βράδια που δεν είμαι μαζί σου,ξέρω ακριβώς πού θα πάω. Κάτω από τα τσαλακωμένα σεντόνια είναι τα κρυμμένα μου ουρλιαχτά. Αφού οι δρόμοι ερημώσουν κι αφού τα τηλέφωνα σωπάσουν,ξέρω.
Γιατί είναι κάποτε που όλα μοιάζουν να τελειώνουν και περιμένεις τη λύτρωση που ποτέ δεν έρχεται. Και εσύ δεν αντέχεις την αναμονή.
Σκασμός. Τώρα εγώ θα σου μιλήσω. Αν θες,μπορείς να βάλεις ένα ποτήρι κρασί μπας και αντέξεις τις τόσες τύψεις. Αν δηλαδή δε σου έχει αφαιρεθεί η ικανότητα να νιώθεις. Θα σου πω για 'κεινα τα βράδια που μου γάμαγες το είναι. Για εκείνα τα βράδια που προσπαθούσα όλους να τους ξεγελάσω,ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό. Για τα βράδια που φόρεσα το κόκκινο κραγιόν μου,γιατί ήταν ο μοναδικός τρόπος να αισθανθώ καλύτερα. Για όσα τραγούδια με συνόδεψαν όταν αιμορραγούσα μιας και εσύ ήσουν απανταχού απών.
Για τα συναισθήματα. Εκείνα που έχουν σημαδέψει τις μουσικές και τα χρώματα. Τα αρώματα και το εγώ σου ολάκερο. Εκείνα που αρνείσαι να δεις γιατί είσαι δειλός και γιατί φοβάσαι. Τα λόγια που δεν ομολογείς γιατί τρέμεις στην ιδέα ότι αν τα πεις,θα γίνουν αληθινά και αν γίνουν αληθινά,τότε θα σε σκοτώσουν. Ναι. Θα βρουν τη δύναμη και θα σε σκοτώσουν.
Το σκοτάδι που τόσο αγαπάς. Ένα άχρωμο τίποτα. Μία ψυχή κενή και ψιθυρίζεις λόγια που κανέναν δεν ενδιαφέρουν. Το πρόβλημα ξέρεις ποιο είναι; Ότι δεν ενδιαφέρουν ούτε εσένα. Ότι όλα είναι μία γαμημένη συνήθεια και τίποτα παραπάνω. Κι αυτές οι συνήθειες δεν ξεπερνιούνται. Νόμιζα ότι η απώλεια αντέχεται και νικιέται. Δε νικιέται,δε συνηθίζεται η πουτάνα. Με τον καιρό μονάχα μαθαίνεις να συμβιώνεις με τις πληγές σου,αλλά πάντα κάτι μένει.
Δεύτερο,τρίτο,τέταρτο ποτό. Και χορεύεις στους ρυθμούς της μουσικής. Και φιλιέσαι με άτομα που κανένα κλικ δε σου κάνουν. Κι ύστερα ρωτάς 'γιατί' τον εαυτό σου κι η απάντηση ίσως δεν έρθει ποτέ ή θα έρθει όταν πια δεν θα την έχεις καμία ανάγκη.
Σου το είχα πει. Μη μου επιτρέψεις να μη σε έχω ανάγκη.
Μη μ' αφήσεις στα χέρια κάποιου άλλου.
Γύρνα και δες. Πια δεν υπάρχουμε. Δε μας βρίσκω πουθενά.
Έφυγες. Τώρα μάτια μου σου ανακοινώνω,πως ήρθε η δική μου σειρά να φύγω.
(Και να ξερες μόνο πόσο πολύ λυπάμαι πού φτάσαμε ως εδώ.)